Η ελληνική πραγματικότητα σε παραμύθι...
Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν μια μικρή κόκκινη κλώσα, που σκάλιζε το χώμα στη φάρμα που ζούσε, μέχρι που ανακάλυψε μερικούς σπόρους σιταριού. Φώναξε τότε τους γείτονές της και τους είπε
- Αν φυτέψουμε αυτούς τους σπόρους, θα μπορέσουμε να έχουμε ψωμί να φάμε. Ποιος θα με βοηθήσει στο όργωμα και στο φύτεμα;
- Όχι εγώ,
- τέλειωσε το ωράριο μου.
- Όχι εγώ,
- σήμερα έχω ημιαργία.
- Όχι εγώ, είπε το γουρούνι,
- Όχι εγώ,
- ψάχνω για δουλειά.
- Θα το κάνω τότε μόνη μου',
- Ποιος θα με βοηθήσει να θερίσω το σιτάρι;
- Όχι εγώ,
- σήμερα κάνω στάση εργασίας.
- Όχι εγώ, είναι εκτός της ειδικότητας μου,
- Όχι εγώ, θα χάσω την αρχαιότητά μου,
- Όχι εγώ, θα χάσω το επίδομα ανεργίας,
- Θα το κάνω τότε μόνη μου,
- Ποιος θα με βοηθήσει να ζυμώσω το ψωμί;
- Όχι εγώ, θα ήταν υπερωρία αν σε βοηθούσα,
- Όχι εγώ, θα έχανα το επίδομα της έγκαιρης προσέλευσης,
- Όχι εγώ, θα έχανα το επίδομα ωρίμανσης,
- Όχι εγώ, θα ήτανε ρατσιστικό να ήμουν εγώ η μόνος βοηθός,
- Θα το κάνω τότε μόνη μου,
- Όχι, μπορώ να φάω και τις πέντε φρατζόλες μοναχή μου.
- Αίσχος - Κερδοσκοπία!,
- Καπιταλιστική βδέλλα!,
- Απαιτώ ίσα δικαιώματα!,
Και το γουρούνι, απλώς γρύλισε, καθώς βαρέθηκε να κάνει κάτι παραπάνω.
Και γράψανε σε πλακάτ
Αδικία,
Η μικρή κόκκινη κλώσα να φορολογηθεί,
Να κρατικοποιηθεί το ψωμί,
Τα πεινασμένα ζώα έχουν δίκιο,
Νόμος είναι το δίκιο του γουρουνιού
και κάνανε πορεία γύρω - γύρω από τη μικρή κόκκινη κλώσα φωνάζοντας διάφορα συνθήματα.
Τότε ήρθε ο αντιπρόσωπος της κυβέρνησης και είπε στη μικρή κόκκινη κλώσα.
- Δε πρέπει να είσαι τόσο άπληστη, δεν μπορείς να το φας μόνη σου.
- Μα εγώ δούλεψα μόνη μου, για να φτιαχτεί αυτό το ψωμί, κανένας άλλος δεν με βοήθησε,
- Ολομόναχη μου, τα έκανα όλα.
- Ακριβώς,
- Αυτή είναι η ομορφιά της ελεύθερης αγοράς. Καθένας μπορεί να δουλεύει όσο θέλει. Αλλά, με τους σύγχρονους κρατικούς κανονισμούς, το ψωμί θα πρέπει να μοιραστεί σε όλα τα ζώα και η εσύ μικρή κόκκινη κλώσα, θα πρέπει να δώσεις φόρο την μισή φρατζόλα ψωμιού στο κράτος, να πληρώσεις ακόμα φόρο ακίνητης περιουσίας για το χωράφι που όργωσες, να πληρώσεις για να δημοσιεύσεις στις εφημερίδες φωτογραφίες του ψωμιού που έψησες και να πληρώσεις εισφορές στα ταμεία των αγροτών, των μυλωνάδων και αρτοποιών, οπότε θα σου μείνει το ένα τέταρτο της φρατζόλας. Τι νομίζεις δηλαδή, ότι εσύ θα τρως και οι άλλοι θα πεινάνε;
Και έζησε η μικρή κόκκινη κλώσα καλά -με το ένα τέταρτο της φρατζόλας-, και τα υπόλοιπα ζώα -με τις ολόκληρες φρατζόλες- ακόμα καλύτερα.
Κι από τότε, η μικρή κόκκινη κλώσα σταμάτησε να φτιάχνει το ψωμί της σε αυτήν τη φάρμα και πήγαινε σε άλλη φάρμα. Οι γείτονές της όμως, η πάπια, η αγελάδα, το γουρούνι και η χήνα αναρωτιόνται ακόμα μέχρι σήμερα γιατί η μικρή κόκκινη κλώσα δεν έφτιαξε ποτέ ξανά άλλο ψωμί.
(Παραλλαγή του αγγλικού παιδικού παραμυθιού : "The little red hen.")